- οχύρωση
- Έργο ή συγκρότημα έργων, κατασκευασμένο για την υπεράσπιση μιας θέσης ή μιας περιοχής. Η υπεράσπιση αυτή μπορεί να επιτευχθεί με κατάλληλη εκμετάλλευση της ίδιας της μορφής του εδάφους καθώς και με διάφορες βελτιώσεις. Έτσι είναι δυνατό να υπάρχει μια φυσική ή μια τεχνητή ο. Οι τεχνητές εξάλλου ο. μπορούν να διακριθούν σε μόνιμες και προσωρινές ή αυτοσχέδιες, για την περίπτωση της στρατοπέδευσης και των έκτακτων γενικά αναγκών του πόλεμου. Ο κλάδος της στρατιωτικής τέχνης που εξετάζει τα οχυρωματικά έργα, την εξέλιξη, την κατασκευή και την οργάνωσή τους, ονομάζεται οχυρωτική.
Η ανάγκη της άμυνας, άρα και της o., αναφαίνεται από τη στιγμή που ο άνθρωπος εγκαθίσταται σε μόνιμες κατοικίες. Τα πρώτα στοιχειώδη οχυρωματικά έργα ήταν φυτά ακανθώδη, φράχτες ή τοίχοι από ξερολιθιές. Πολύ γρήγορα ωστόσο τα έργα αυτά έγιναν μονιμότερα και ισχυρότερα. Οι γύρω από την ανατολική Μεσόγειο λαοί –Αιγύπτιοι, Βαβυλώνιοι κ.ά.– κατασκεύασαν αξιόλογα και εκτεταμένα οχυρωματικά έργα, όπως τα τείχη της Βαβυλώνας και της Νινευί, της Ιερουσαλήμ, της Ιεριχούς κλπ. Στην Ελλάδα οι πόλεις ήταν αρχικά ατείχιστες, και οι κάτοικοι κατέφευγαν, σε περίπτωση επίθεσης, στην οχυρή και τειχισμένη ακρόπολη. Οι Μυκήνες και η Τίρυνθα αποτελούν δύο από τα πιο σημαντικά παραδείγματα οχυρών ακροπόλεων των παλαιότερων εποχών στην Ελλάδα. Τμήματα εξάλλου τειχών, των λεγόμενων πελασγικών, σώζονται στην Ακρόπολη των Αθηνών και σε πολλά άλλα μέρη στην Ελλάδα. Αργότερα, στην κλασική περίοδο οι Έλληνες κατασκεύασαν περισσότερα και πιο εκτεταμένα οχυρωματικά έργα. Από την εποχή αυτή μας είναι γνωστά τα τείχη των Αθηνών και του Πειραιά, καθώς και τα περίφημα μακρά τείχη που ένωναν τις δύο πόλεις. Αλλά και φρούρια μεμονωμένα, κάστρα, όπως αποκαλούνται σήμερα, της εποχής αυτής σώζονται μέχρι τώρα, σε αρκετά καλή κατάσταση. Έχουν ιδρυθεί σε θέσεις στρατηγικής σημασίας και η κατασκευή τους, από μεγάλου μεγέθους λαξευτούς λίθους και με πύργους ισχυρούς που ελέγχουν και πλαγιοβάλλουν τα μεταπύργια διαστήματα, φανερώνουν την ύπαρξη, κατά την εποχή αυτή, μιας εξελιγμένης οχυρωτικής τέχνης. Τέτοια φρούρια συναντά κανείς στην Κάζα –το φρούριο των Ελευθερών– που ελέγχει το πέρασμα του δρόμου προς τη Θήβα, το φρούριο της Φυλής στην Πάρνηθα, το φρούριο του Πόρτο-Γερμενού –τα αρχαία Αιγόσθενα– και πολλά άλλα, σκορπισμένα σε όλη την Ελλάδα. Αρχαία ελληνικά τείχη σώζονται και σε ελληνικές αποικίες, όπως τα τείχη της Μασσαλίας που ανακαλύφθηκαν τα τελευταία χρόνια, διατηρημένα σε πολύ καλή κατάσταση. Άλλο παράδειγμα εκτεταμένης για την εποχή εκείνη o., είναι το λεγόμενο φρούριο του Ευρύαλου, χτισμένο στο βορειοδυτικό άκρο των Συρακουσών από τον Διονύσιο τον πρεσβύτερο, μεταξύ του τέλους του 5ου και των αρχών του 4ου αι. π.Χ., για την υπεράσπιση της πόλης από τους Καρχηδόνιους. Από το φρούριο αυτό, που περιλάμβανε ένα κεντρικό πύργο, τρεις τάφρους και αρκετές στοές, σώζονται σημαντικά λείψανα.
Οι Ρωμαίοι, λαός κατεξοχήν πολεμικός, κατασκεύασαν πολυάριθμα οχυρωματικά έργα, χρησιμοποιώντας τις μέχρι τότε γνώσεις των Ελλήνων και των Ετρούσκων. Η ιδιότητά τους άλλωστε ως κατακτητών τους υποχρέωνε να κατασκευάσουν πολλά και τυποποιημένα οχυρά. Το ρωμαϊκό οχυρό είναι συνήθως τετράγωνο ή ορθογώνιο, με ισχυρούς πύργους στις γωνίες· αλλά φυσικά κατασκεύασαν πολλές φορές και τείχη εκτεταμένα για να οχυρώσουν τις πόλεις τους ή για να προστατεύσουν μια περιοχή. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το τείχος του Αδριανού που χωρίζει την Αγγλία από τη Σκοτία. Ρωμαϊκά οχυρά σώζονται κυρίως στη δυτική και στη βόρεια Αφρική.
Οχυρωματικά έργα κατασκεύασαν και άλλοι λαοί, εκτός των ευρωπαϊκών. Το μεγαλύτερο από αυτά είναι ασφαλώς το λεγόμενο Σινικό τείχος, το τείχος δηλαδή που κατασκευάστηκε στον 3o αι. π.Χ. κατά μήκος των βόρειων συνόρων της Κίνας, σε μήκος περίπου 2.500 χλμ., τρομακτικό, πραγματικά, σε μέγεθος οχύρωμα.
Κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα η οχυρωτική στην Ευρώπη δεν σημείωσε εντυπωσιακή πρόοδο και ταυτό γιατί και τα μέσα επίθεσης και άμυνας παρέμειναν βασικά τα ίδια, με μικρές μόνο βελτιώσεις. Έτσι και η οργάνωση των οχυρών δεν άλλαξε, μελετήθηκε όμως λεπτομερέστερα. Στο Βυζάντιο, ο Ιουστινιανός κυρίως θεμελίωσε ένα πλήθος οχυρωματικών έργων για την προστασία της αυτοκρατορίας· λεπτομέρειες για την κατασκευή τους μας δίνει ο ιστορικός Προκόπιος στο Περί κτισμάτων βιβλίο του. Στη δυτική Ευρώπη εξάλλου, εκτός από τις περιτειχισμένες πόλεις, αναπτύσσεται τώρα ένα νέο είδος οχυρού, η οχυρωμένη φεουδαρχική κατοικία, το οχυρό δηλαδή στο οποίο δίδεται κυρίως την ονομασία κάστρο (Chateau, Castello, Castle), μια ονομασία που σήμερα τείνει να γίνει γενικά παραδεκτή και αποδίδεται σε κάθε είδους οχυρό, εκτός από τα τείχη των πόλεων. Στο κάστρο του φεουδάρχη μπορούσαν να καταφύγουν, σε ώρα ανάγκης και οι υπήκοοί του, όπως στις αρχαίες ελληνικές ακροπόλεις. Αργότερα όμως, στην Αναγέννηση, οι φεουδαρχικές κατοικίες, χτισμένες με την πρόθεση να γίνουν, εκτός από οχυρές και ωραίες, απέκτησαν νέες μορφές, με απαιτήσεις αισθητικής και σημαντικό αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον.
Εκτός από τα καθαυτό οχυρωματικά έργα, πολλές φορές εφαρμόζονται αρχές οχυρωτικές και σε πολλές άλλες περιπτώσεις. Έτσι στα νησιά του Αιγαίου υπάρχουν οικισμοί, στους οποίους οι εξωτερικοί τοίχοι των σπιτιών, που βρίσκονται στην περίμετρο του οικισμού συνιστούν ουσιαστικά ένα τείχος. Για αυτόν ακριβώς τον λόγο τα σπίτια βρίσκονται σε επαφή, οι τοίχοι έχουν λίγα κατά κανόνα ανοίγματα, και υπάρχει και εσωτερική επικοινωνία μεταξύ των σπιτιών για την ευκολότερη κίνηση των κατοίκων σε περίπτωση ανάγκης. Επίσης, το δαιδαλώδες οδικό δίκτυο πολλών οικισμών, αποτελεί μέσο άμυνας: ο εισερχόμενος δεν ξέρει που πρέπει να κατευθυνθεί, και έτσι εύκολα μπορεί να εξουδετερωθεί από τους αμυνόμενους που ξέρουν πως να κινηθούν. Χαρακτηριστικά παραδείγματα μεσαιωνικών οχυρών οικισμών συναντά κανείς στη Χίο, τα χωριά Πυργί και Μεστά, στο κέντρο των oποίων υπάρχει και ο πύργος για την τελική άμυνα. Άλλωστε, στην Ελλάδα, απαντούν συχνά και παραδείγματα οχυρωμένων μοναστηριών, ακόμα και σπιτιών μεμονωμένων με μορφή φρουριακή. Αξιόλογα παραδείγματα υπάρχουν στο Λεωνίδιο και στη Μάνη.
Η ανακάλυψη της πυρίτιδας επέφερε επανάσταση στους μέχρι τότε κανόνες της οχυρωτικής. Τα τείχη χρειάστηκε να ενισχυθούν σε πάχος και να χαμηλώσουν, αφού η αναρρίχηση ήταν πια περιττή. Χρειάστηκε επίσης να πυκνώσουν τα εξωτερικά αμυντικά έργα, να αλλάξει η μορφή των πύργων και να μελετηθούν νέες οχυρωματικές διατάξεις. Μελετήθηκαν οι τροχιές των βλημάτων των πυροβόλων, το βεληνεκές τους κλπ., και έτσι προέκυψαν οι νέες μορφές των φρουρίων του 15ου και 16ου αι. Τώρα, το κεντρικό οχυρό που πολλές φορές είναι ολόκληρη πόλη, παίρνει ένα σχεδόν αυστηρό αστεροειδές γεωμετρικό σχήμα και περιβάλλεται από ευρύτατη τάφρο και σειρά ολόκληρη ανεξάρτητων εξωτερικών οχυρών, που συνδέονται όμως μεταξύ τους από άποψη τακτικής. Η αξία των παραδοσιακών μορφών των οχυρών άρχισε να μειώνεται καθώς μεγάλωνε η ισχύς των εκρηκτικών υλών. Τα τελευταία μεγάλα οχυρά κατασκευάζονται στον 19o αι.· από τότε, η μετέπειτα αύξηση της ισχύος των επιθετικών μέσων και η χρήση της αεροπορικής παρατήρησης στον A’ Παγκόσμιο πόλεμο επέφεραν μια μείωση της αξίας των μόνιμων, οχυρώσεων και μια αξιοποίηση των μη μόνιμων, όπως οι γραμμές χαρακωμάτων οι συνδεόμενες με διαδρόμους και στοές και προστατευόμενες με πυκνό συρματόπλεγμα. Μετά τον πόλεμο κατασκευάστηκαν και πάλι μόνιμες o., προσαρμοσμένες όμως στην αυξημένη αποτελεσματικότητα των μέσων επίθεσης και καταστροφής. Τα πυροβόλα τοποθετήθηκαν μερικές φορές σε λέκτρα, που εξασφάλιζαν αναπεπταμένα πεδία βολής ή, συχνότερα, σε γοργύρες, που, αν και περιόριζαν τα πεδία βολής, πρόσφεραν μεγαλύτερη προστασία. Η πιο περίφημη ο. που κατασκευάστηκε πριν από τον B’ Παγκόσμιο πόλεμο, ήταν η γραμμή Μαζινό που αναπτυσσόταν κατά μήκος των ανατολικών συνόρων της Γαλλίας. Αποτελούταν από ένα μεγάλο συγκρότημα στερεών κατασκευών από μπετόν αρμέ, συμπληρωμένο με φράγματα και ναρκοπέδια στα σημεία υποχρεωτικού περάσματος και με πολυάριθμα μη μόνιμα οχυρά. Στις παραμονές του B’ Παγκοσμίου πόλεμου οι Γερμανοί κατασκεύασαν τη γραμμή Ζίγκφρηντ, που περιλάμβανε αναρίθμητα μικρά οχυρωματικά έργα εγκατεστημένα σε επίκαιρες θέσεις σ βάθος και προστατευόμενα από ευρύτατα ναρκοπέδια. Μετά την κατάρρευση της Γαλλίας οι Γερμανοί απογύμνωσαν από τη φρουρά της αυτή τη γραμμή και δημιούργησαν το ατλαντικό τείχος, φοβερό συγκρότημα επακτίων ο. που επεκτεινόταν από τη Βόρεια θάλασσα έως σχεδόν τα Πυρηναία.
Τα παλιά δεδομένα έχόυν φυσικά μεταβληθεί ριζικά μετά τον B’ Παγκόσμιο πόλεμο, ακολουθώντας τις αντίστοιχες εξελίξεις των όπλων.
Οχυρώσεις του Γκουάλιορ στο Μάντνα Πραντές.
Το φρούριο της Άγκρα, στην Ινδία, του 16ου αιώνα.
Η οχύρωση της Ναυπάκτου.
Τα τείχη στο φρούριο της Τοράλμπα στη Σαρδηνία. Το φρούριο αυτό του οποίου σώζονται σε σχεδόν καλή κατάσταση και οι προμαχώνες είναι ένα από τα σημαντικότερα στην περιοχή της Δυτικής Μεσογείου.
* * *η (ΑΜ ὀχύρωσις) [οχυρώ]η ενέργεια και το αποτέλεσμα τού οχυρώνω, η εξασφάλιση τής αμυντικής ικανότητας μιας θέσης με τεχνικά έργανεοελλ.το σύνολο τών τεχνικών έργων με τα οποία εξασφαλίζεται η αμυντική ικανότητα μιας θέσης ή περιοχής.
Dictionary of Greek. 2013.